ΠολιτισμόςΠρωτοσέλιδα
Είμαστε οι Flicker Motel και παίζουμε ροκ εν ρολ- Η μπάντα – αποκάλυψη από την Καβάλα συστήνεται κι ανυπομονεί να σας δει live
Flicker Motel: Συνέντευξη με την indie rock μπάντα από την Καβάλα - Νίκος Μπακιρτζής, Αλέξανδρος Κυριλλίδης, Δημήτρης Φραντζής, Θανάσης Κωνσταντινίδης, μιλούν για τη μουσική τους.

Σε λίγες μέρες κυκλοφορούν τα «Blue Songs», το νέο τους EP. Ποιοι είναι οι Flicker Motel και γιατί αξίζει να τους ακούσουμε; Oι Νίκος Μπακιρτζής (φωνή, κιθάρες), Αλέξανδρος Κυριλλίδης (μπάσο, φωνητικά), Δημήτρης Φραντζής (κιθάρες, φωνητικά), Θανάσης Κωνσταντινίδης (τύμπανα, φωνητικά), μιλούν στην Athens Voice και μοιράζονται περισσότερα για την μπάντα και το όραμά τους.
Πώς προέκυψαν οι Flicker Motel σαν μπάντα;
Νίκος Μπακιρτζής: Εμπνευσμένοι από τον δίσκο του Μπάμπη Παπαδόπουλου, θα λέγαμε ότι «γεννηθήκαμε χθες», κάπου στις αρχές του 2022. Μέσα στον χαοτικό απόηχο της πανδημίας, βιώσαμε ένα μεγάλο μουσικό κενό. Χωρίς συναυλίες με τους Dreamers, την προηγούμενη μπάντα μας, και χωρίς τη δυνατότητα να βρεθούμε μαζί για να γράψουμε μουσική, αφού μέναμε σε διαφορετικές πόλεις. Και όχι, δεν μπήκαμε καν στον πειρασμό να κάνουμε πρόβες μέσω zoom.
Kαι κάτι τελευταίο· θα τολμήσω να πω ότι με τους Fli Mo (το μεταξύ μας χαϊδευτικό) εκπληρώνεται στο έπακρο το όνειρο που είχα από μικρός, να είμαι μέλος, δηλαδή, μιας μπάντας που πρώτα είναι παρέα, όπως έβλεπα τον πατέρα μου και τους αγαπημένους φίλους και μουσικούς των Χειμερινών Κολυμβητών, όταν έκαναν πρόβες στο μπαλκόνι μας στη Γούναρη, στη Θεσσαλονίκη, και ταυτόχρονα με κάνει να νιώθω όπως ένιωσα όταν πρωτοάκουσα το «Shine A Light» των Rolling Stones σε κασέτα της μητέρας μου. Κι ας λοιδορήθηκα από τους συμμαθητές μου όταν πήγα τη συγκεκριμένη κασέτα στο μάθημα των Αγγλικών, όταν η δασκάλα μας ζήτησε να παίξουμε το αγαπημένο μας αγγλόφωνο τραγούδι.
Πώς εξελίχθηκε η μουσική σας σχέση όλα αυτά τα χρόνια και τι σας κράτησε ενωμένους;
Αλέξανδρος Κυριλλίδης: Η μουσική μας σχέση πέρασε από πολλά στάδια. Στην αρχή δεν ξέραμε καν ότι οι κιθάρες και το μπάσο χρειάζονται κούρδισμα – true story. Ο τότε καθηγητής μου στο μπάσο είχε έρθει σε μια πρόβα στο στούντιο του αείμνηστου Τάσου Ναθαναηλίδη, κάτω από το θρυλικό Jazz Rock στην Καβάλα, όπου κάναμε τα πρώτα μας live. Μετά από μια φρενήρη εκτέλεση του «Tequila Sunrise» των Eagles, μας είπε κάτι που μας στοιχειώνει (με την καλή έννοια) μέχρι σήμερα: «Πρώτη κίνηση πάντα το κούρδισμα».
Θανάσης Κωνσταντινίδης: Ωραίες ήταν οι εποχές του Jazz Rock. Πόσο λείπει ένας χώρος σήμερα από την πόλη! Fast forward στο σήμερα, όμως, ο μουσικός μας δεσμός έχει γίνει τόσο δυνατός που καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλο με ένα βλέμμα ή μια κίνηση του κεφαλιού – ή ακόμα και του ποδιού. Εντάξει, εγώ έχω μάθει και τις κινήσεις των γοφών του Νίκου οπότε δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να χαθώ!
Δημήτρης Φραντζής: Αμέτρητοι θα θέλανε να έχουν φάτσα φόρα τους γοφούς του Νίκου, Θανάση! Τυχερός! Εγώ αυτό που θέλω να πω είναι ότι οι μουσικές διαφωνίες, οι πρακτικές δυσκολίες και οι περιορισμοί έρχονται πάντα σε δεύτερη μοίρα. Στο τέλος της ημέρας, μουσική θα παίζουμε όλοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Tα τραγούδια των Flicker Motel, όμως, γεννιούνται μόνο από εμάς τους τέσσερις, σε ένα δωμάτιο, με 3 ενισχυτές, 2 κιθάρες, ένα μπάσο και ένα σετ τύμπανα.
Νίκος Μπακιρτζής: Ήταν της μοίρας μας γραφτό να καταλήξουμε μαζί, παρά το γεγονός ότι περάσαμε εποχές που είχαμε στο στόχαστρό μας τον Δημήτρη γιατί ερχόταν καμιά φορά στα Αγγλικά μαζί μας και φορούσε πουλόβερ και δερμάτινο σταράκι και καθόταν πάντα με τις ωραίες του τμήματος.
Τι διαφορές βλέπετε στον ήχο και την αισθητική σας σε σχέση με την προηγούμενη μπάντα σας, The Dreamers, και πώς προέκυψε η ανάγκη για αυτήν τη νέα ταυτότητα;
Θανάσης Κωνσταντινίδης: Αρχικά, ο ήχος των Flicker Motel είναι σαφώς πιο guitar-driven. Η βασική διαφορά είναι ότι ο καθένας μας έχει κατασταλάξει στον ήχο του και στο τι θέλει να επικοινωνήσει μέσω αυτού. Ταυτόχρονα, έχουμε καταφέρει να «δαμάσουμε» τους εγωισμούς μας -όσο γίνεται- για να εξυπηρετούμε περισσότερο τις ανάγκες του τραγουδιού.
Δημήτρης Φραντζής: Οι Dreamers είχαν τη νεανική ορμή και μια ειλικρινή άγνοια κινδύνου. Tώρα νιώθουμε πως έχουμε πιο ξεκάθαρο καλλιτεχνικό όραμα και μεγαλύτερη ομοιογένεια. Credit where credit’s due, όμως: οι Dreamers μας καθόρισαν σε τεράστιο βαθμό και αποτελούν ένα ξεχωριστό κομμάτι της ταυτότητας μας.
Εναλλακτικό ροκ με επιρροές από garage rock revival, post-punk και indie: Τι σας ενθουσιάζει περισσότερο σε αυτή τη μίξη ειδών;
Νίκος Μπακιρτζής: Αρχικά, θέλουμε να πούμε ότι, παρότι η μίξη των ειδών αυτών είναι στοχευμένη, δεν θα ισχυριστούμε ότι προσπαθούμε να τετραγωνίσουμε τον κύκλο. Αυτή τη μουσική ακούμε και οι επιρροές μας είναι πηγαίες. Garage rock revival λόγω της DIY αισθητικής και του χαρακτήρα του, post-punk για την ατμόσφαιρα και τον ήχο που δίνει έμφαση στο χώρο, και indie για την αρμονία και τη μελωδικότητα. Και το μπάσταρδο παιδί αυτού του μείγματος; Ο ήχος και τα τραγούδια μας! Και όπως είχε πει και ο δικός μου θεός, ο Paul Westerberg: «Stick with your heart and you’ll be fine».
Ποιος είναι ο ρόλος του chorus, του reverb και του overdrive στον ήχο σας; Πώς προέκυψε αυτή η ανάγκη να πειραματιστείτε με τα συγκεκριμένα εφέ και πώς αυτά συμβάλλουν στην τελική ατμόσφαιρα των κομματιών σας;
Αλέξανδρος Κυριλλίδης: Περάσαμε από πολλά στάδια μέχρι να κατασταλάξουμε στα εφέ, τα οποία θα χαρακτηρίσουν τον ήχο μας και την ατμόσφαιρα που θέλουμε να δημιουργήσουμε. Τώρα, όμως, είμαστε εδώ με ό,τι ακριβώς χρειαζόμαστε για να μεταφράσουμε σε ηχοτοπία ό,τι έχει ο καθένας μας μες στο μυαλό του. Το overdrive, το chorus και το reverb αποτελούν την ραχοκοκαλιά του ήχου μας γενικότερα, όχι μόνο όσον αφορά στις κιθάρες -όπου ο ήχος της μίας βασίζεται κυρίως στο chorus, ενώ της άλλης στο reverb- αλλά και ολιστικά στον ήχο μας.
Τι συναισθήματα ελπίζετε να δημιουργείτε στους ακροατές;
Θανάσης Κωνσταντινίδης: Αυτή είναι η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου. Θα το πάρω πάνω μου και θα πω ανακούφιση, νοσταλγία και, ίσως, μια αμήχανη καύλα (παρακαλώ, να μην κοπεί στο edit). Θέλουμε η μουσική μας να αγγίζει τον ακροατή, να τον κάνει να χένεται για λίγο μέσα της, αλλά ταυτόχρονα να νιώθει μια γλυκιά αμηχανία, όπως όταν αντικρίζεις κάτι όμορφο και δεν ξέρεις πώς να αντιδράσεις. Αν το πετύχουμε αυτό, τότε μάλλον κάνουμε κάτι σωστά.
Ποια ήταν η πιο απαιτητική στιγμή κατά τη δημιουργία του «Counterlife»;
Δημήτρης Φραντζής: Η πιο απαιτητική στιγμή ήταν όταν αποφασίσαμε να κάνουμε scrap τις αρχικές ηχογραφήσεις και να γράψουμε τον δίσκο από την αρχή, εντελώς DIY. Θέλαμε να δουλέψουμε με τους δικούς μας ρυθμούς και να έχουμε τον απόλυτο έλεγχο του ήχου στο στάδιο των εγγραφών.
Νίκος Μπακιρτζής: Θυμάμαι ακριβώς πώς ένιωσα όταν πατήσαμε το delete των πρώτων εγγραφών γιατί αποφασίσαμε ότι θέλουμε να κάνουμε μια νέα αρχή. Θεωρώ πώς εκείνη την πρώτη στιγμή όλοι το μετανιώσαμε. Ήταν μια σχεδόν αυτοκαταστροφική απόφαση στα πρότυπα των αυτοκαταστροφικών ηρώων μας! Ευτυχώς τόσο εμείς, όσο και το κοινό και οι κριτικοί (sic) συμφωνούμε ότι μας βγήκε σε καλό. Η αλήθεια είναι πως αν δεν ήταν ο Άλεξ που το πήρε πάνω του και ανέλαβε εγγραφές και μίξεις, δεν θα το αποφασίζαμε με τίποτα. Έχει το άγγιγμα του Μίδα!
Αλέξανδρος Κυριλλίδης: Νίκος χωρίς δόση υπερβολής γίνεται; Δεν γίνεται! Το μεγαλύτερο στοίχημα ήταν να πετύχουμε ομοιογένεια, ενώ ταυτόχρονα να κάνουμε justice στα κομμάτια μας – να καταφέρουμε να μεταφράσουμε σε ήχο αυτό που έχουμε στο μυαλό και την καρδιά μας. Για αυτόν τον λόγο πίστευα ότι είναι μονόδρομος το να ξαναγράψουμε τα κομμάτια και χαίρομαι ιδιαίτερα που πείστηκαν και οι υπόλοιποι που ήταν λίγο πιο διστακτικοί αρχικά.
Ποιο ήταν το μεγαλύτερο ρίσκο που έχετε πάρει ως συγκρότημα κατά τη σύνθεση ή την ηχογράφηση ενός τραγουδιού και πώς σας βοήθησε στην εξέλιξή σας;
Αλέξανδρος Κυριλλίδης: Το μεγαλύτερο ρίσκο που έχουμε πάρει ήταν να αμφισβητήσουμε τη δική μας πεποίθηση ότι οι πρώτες ιδέες είναι πάντα οι καλύτερες. Πάντα πιστεύαμε ότι οι πρώτες σκέψεις κρύβουν μια ειλικρίνεια που χάνεται όσο περισσότερο τις «ψειρίζεις», και για αυτό ήμασταν διστακτικοί στις μεγάλες αλλαγές. Συνειδητά, όμως, έχουμε προσπαθήσει να αποδεχόμαστε ο ένας την κριτική του άλλου και να προχωράμε σε αλλαγές που εξυπηρετούν το κομμάτι, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει να αφήσουμε πίσω πράγματα που αγαπήσαμε στην αρχική τους μορφή. Αυτό το ρίσκο μας βοήθησε να εξελιχθούμε, όχι μόνο ως συγκρότημα, αλλά και ως δημιουργοί.
Ποια ήταν η πιο απρόσμενη πηγή έμπνευσης που μετατρέψατε σε τραγούδι;
Νίκος Μπακιρτζής: Τα τραγούδια μου πηγάζουν από τα πράγματα που βλέπω και ακούω, από πραγματικές καταστάσεις και προσωπικές εμπειρίες σε μια προσπάθεια να εκφράσω κάτι που νιώθω ή θέλω να πω. Κάθε τραγούδι το αντιμετωπίζω σαν μία μικρή ιστορία βασισμένη στις παρατηρήσεις μου για ανθρώπους και γεγονότα. Πολλά από τα αυτά προέρχονται από μια αίσθηση λαχτάρας ή απογοήτευσης σε μία προσπάθεια συσχέτισης με τον κόσμο και τους άλλους, ενώ μερικές φορές, τα τραγούδια μιλάνε για τυχαία πράγματα όπως σκηνές ταινιών ή λογοτεχνικές αναφορές που για διάφορους λόγους μου έχουν κολλήσει στο μυαλό.
Δύο τραγούδια με απρόσμενη πηγή έμπνευσης είναι το «Heliotropes» και το «We’re stuck forever». Το πρώτο είναι εμπνευσμένο από μια καλοκαιρινή νύχτα απόλυτης άπνοιας στην Κυψέλη. Βγήκαμε βόλτα, ελπίζοντας να βρούμε έστω και ένα ανεπαίσθητο αεράκι. Κάναμε μια στάση για τσιγάρο μπροστά σε ένα ανθοπωλείο στα πέριξ της Φωκίωνος Νέγρη. Από αυτή τη στιγμή γεννήθηκε το κομμάτι.
Το «We’re stuck forever» γράφτηκε στην αναμονή μιας εξαιρετικά κουραστικής πρωινής πτήσης της Ryanair από το Βερολίνο στη Θεσσαλονίκη. Κλασικές πτήσεις από το Σόνενφελντ τα ξημερώματα για όσους δεν είχαν φράγκο, αλλά θέλανε να πάνε Βερολίνο! Εκείνη την περίοδο διάβαζα Baudelaire και ήθελα να γράψω ένα τραγούδι για την ερωτική επιθυμία ως κινητήρια δύναμη του κόσμου. Κοιτούσα τον περίγυρό μου, απορροφώντας εικόνες και συναισθήματα. Τότε πήρα το θάρρος να γράψω τον εντελώς δραματικό στίχο: «You’re ruthless, you’re the mother to desire».
Ποιο από τα τραγούδια σας θεωρείται πιο σημαντικό για την μπάντα;
Δημήτρης Φραντζής: Δεν μπορούμε να διαλέξουμε ένα τραγούδι ως το πιο σημαντικό. Το καθένα έχει τη δική του ξεχωριστή ιστορία και σημαίνει κάτι διαφορετικό – κάτι που συνήθως κρατάμε μόνο για εμάς, χωρίς να το μοιραζόμαστε ανοιχτά με τον κόσμο. Το «Within Your Reach» ήταν το πρώτο τραγούδι που ηχογραφήσαμε ως Flicker Motel, οπότε πάντα θα κατέχει μια ξεχωριστή θέση, καθώς ήταν η αρχή όλων. Από την άλλη, το «Bent Outta Shape» σηματοδοτεί ένα επόμενο στάδιο για τον ήχο μας, μια εξέλιξη που νιώθουμε ότι αντικατοπτρίζει το πού βρισκόμαστε σήμερα δημιουργικά.
Θανάσης Κωνσταντινίδης: Για μένα το πιο σημαντικό είναι το κάθε καινούργιο τραγούδι που γράφουμε. Όχι μόνο γιατί μας φέρνει πιο κοντά και μας βάζει στη διαδικασία της δημιουργίας, αλλά γιατί κάθε φορά μοιάζει με μια νέα αρχή. Μια νέα ευκαιρία να εκφραστούμε και να δοκιμάσουμε κάτι που μας κάνει να νιώθουμε ζωντανοί ως μπάντα.
Ποιο είναι το πιο «ανορθόδοξο» κίνητρο που σας κάνει να γράφετε μουσική;
Αλέξανδρος Κυριλλίδης: Ίσως το πιο «ανορθόδοξο» κίνητρο που μας ωθεί να γράφουμε μουσική είναι η σκέψη ότι, κάποια στιγμή, σε μια μελλοντική (μεταποκαλυπτική;) πραγματικότητα, κάποιος θα ακούσει τα τραγούδια μας. Μας αρέσει να φανταζόμαστε τη μουσική μας να επιβιώνει σε έναν κόσμο που δεν θα έχει καταστραφεί εντελώς από την κλιματική αλλαγή ή τον Musk.
Νίκος Μπακιρτζής: Η μουσική έχει αυτό το μοναδικό χαρακτηριστικό: μένει. Είναι κάτι που μπορεί να ξεπεράσει τον χρόνο και τις συνθήκες, μια μορφή επικοινωνίας που φτάνει σε ανθρώπους που ίσως δεν θα γνωρίσουμε ποτέ. Και κάτι πολύ προσωπικό: κάθε φορά που ακούω είτε τον Alex Chilton, είτε τον Elliot Smith να τραγουδάει «Would you be an outlaw for my love?», νιώθω ότι πρέπει να συνεχίσω να γράφω τραγούδια ελπίζοντας ότι κάποτε κάποιος θα νιώσει όπως νιώθω εγώ κάθε φορά που ακούω το «Thirteen».
Πώς προσεγγίζετε τα live σας, πώς αλληλεπιδράτε μεταξύ σας επί σκηνής και ποιο είναι το στοιχείο που «κλέβει» την παράσταση;
Θανάσης Κωνσταντινίδης: Είμαστε μια μπάντα που «τρέφεται» από τα live. Για εμάς, οι συναυλίες δεν είναι απλώς εμφανίσεις· είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δημιουργικής διαδικασίας. Η ενέργεια που ανταλλάσσουμε με το κοινό μάς εμπνέει και ακόμη και όταν είμαστε στο στούντιο έχουμε ως στόχο πάντα να αποτυπώνουμε στη μουσική μας τη μαγεία και τη δυναμική που γεννιούνται επί σκηνής.
Ο καθένας μας φέρνει τη δική του «περσόνα» στη σκηνή, τόσο μουσικά όσο και αισθητικά. Αυτές οι διαφορετικές ενέργειες συνδυάζονται και αλληλοεπιδρούν· Η σχέση μας με τον κόσμο είναι επίσης κεντρική – οι αντιδράσεις τους μάς καθοδηγούν και δίνουν μια μοναδική ταυτότητα σε κάθε συναυλία.
Αν μπορούσατε να περιγράψετε τον ήχο των Flicker Motel χρησιμοποιώντας μονάχα χρωματικές παλέτες, τι χρώματα θα κυριαρχούσαν και γιατί;
Δημήτρης Φραντζής: H παλέτα του ήχου μας είναι το λιγότερο αντιφατική! Το κίτρινο κυριαρχεί, φέρνοντας μια αίσθηση ζεστασιάς και ένα γνώριμο συναίσθημα οικειότητας. Το μωβ δίνει ζωντάνια και ενέργεια, αντιπροσωπεύοντας τη συνεχή εξέλιξη και αναζήτηση, ενώ το ροζ δημιουργεί αυτή την απαλή, σχεδόν ονειρική ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζει τις πιο συναισθηματικές μας στιγμές. Last but not least, το μαύρο προσθέτει το «γκάζι», την ένταση και το σκοτεινό βάθος που πάντα βρίσκονται στο παρασκήνιο της μουσικής μας.
Τι ετοιμάζουν για το 2025 οι Flicker Motel;
Για το 2025, έχουμε πολλά συναρπαστικά σχέδια στον ορίζοντα. Οργανώνουμε πολλές συναυλίες σε όλη την Ελλάδα και, αν όλα πάνε καλά, ίσως και στο εξωτερικό. Παράλληλα, ετοιμάζουμε το νέο μας EP με τίτλο «Blue Songs», το οποίο θα κυκλοφορήσει τέλη Φεβρουαρίου.
Πηγή: Athens Voice