” Θα ξεκινήσω από μια παραδοχή. «Η γενναιότητα μετριέται με το ποσό της αλήθειας που μπορεί να δεχτεί και πολύ περισσότερο μπορεί να εκπέμψει το άτομο». Υπ’ αυτή την έννοια τις δύο αυτές μέρες γίνεται μία δοκιμασία γενναιότητας. Γιατί ένα εθνικό θέμα που ταλαιπώρησε τον τόπο για δεκαετίες, που ταλαιπωρεί τον τόπο σήμερα και που ανοίγει καινούργιες προοπτικές για τις μελλοντικές γενιές, καλούμαστε να το αντιμετωπίσουμε με την απαιτούμενη γενναιότητα της αλήθειας.
Θα έλεγα -απευθυνόμενος στην Αξιωματική Αντιπολίτευση- ότι «εάν τους άλλους λάθης σεαυτώ συνειδήσεις». Αλήθεια, όλη η προσπάθειά σας να επιχειρηματολογήσετε, ώστε να ακυρωθεί η θετική λύση που δόθηκε σ’ ένα χρονίζον πρόβλημα, σας έχει πείσει; Ή είναι μια απέλπιδα προσπάθεια να πείσετε αρχικά τους εαυτούς σας και στη συνέχεια να κάνετε εξαγωγή αυτής της «πίστης», όχι στις αίθουσες του Κοινοβουλίου, αλλά κοιτάζοντας το λαό με τα μάτια της ψυχής σας, κατάματα, γιατί αυτό που γίνεται είναι πραγματικά «τραύμα στο ίδιο το σώμα» της χώρας μας.
Δεν μπορεί κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να αντέξει τίμια κριτική πάνω στη στάση που έχουν κρατήσει η Αξιωματική Αντιπολίτευση και οι δορυφόροι της. Γιατί γνωρίζετε πολύ καλά ότι κάνετε μια απέλπιδα προσπάθεια να στρεβλώσετε την πραγματικότητα. Και αυτό δεν είναι το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι ότι πάτε να χτίσετε πάνω σε σαθρό έδαφος για το αύριο του τόπου.
Βέβαια, για να είμαι περισσότερο προσεκτικός, θα έλεγα ότι υπάρχει μια αλληλουχία. Αφετηρία στο «γαϊτανάκι» αυτό της κατάπτωσης είναι ένα και μόνο πρόσωπο με ονοματεπώνυμο: Αντώνης Σαμαράς. Εκείνη την κρίσιμη στιγμή το 1991, αντί να πράξει το αυτονόητο, καλώς ή κακώς -άνθρωπος είναι- τα λάθη απολύτως ανθρώπινα, αποδέχτηκε αυτό που τεχνηέντως είχαν βάλει ως στόχο οι της Ευρώπης στην προσπάθειά τους να φιλοτεχνήσουν τη νέα χαρτογράφηση των Βαλκανίων.
Μέχρις εδώ εντάξει, γιατί θα έλεγα, ότι μπορεί, να ήταν και απολύτως ανθρώπινο, γιατί όλα τα προηγούμενα χρόνια υπήρχε μια διαδρομή που δεν διευκόλυνε, να κάνουμε αυτή την υπέρβαση και να πούμε εκβιαστικά μεν, σύμφωνα όμως με τα δικά μας ζητούμενα, ότι απαλείφεται ο όρος Μακεδονία, ως όρος απαράβατος για την αναγνώριση του κράτους αυτού.
Το εγκληματικό της υπόθεσης που δυστυχώς, το υιοθετήσατε είναι ότι έχτισε ο ίδιος την πολιτική του καριέρα πάνω σε μια κυβίστηση εγκληματική. Και τι γίνεται στη συνέχεια; Διαγράφεται όλο αυτό το ατόπημά του -ατόπημα που το καυτηρίασε ο αείμνηστος Μητσοτάκης, η Ντόρα Μπακογιάννη. Υπάρχουν αυτά κατατεθειμένα, καταγεγραμμένα. Δεν επιδέχονται αμφισβήτηση.
Εκεί λοιπόν, και αυτή είναι η τραγωδία των ημερών, έρχεται μια Νέα Δημοκρατία που μην έχοντας αντιπολιτευτικό αφήγημα όλου του προηγούμενου διαστήματος ποντάρει στη «ρουλέτα» της χώρας στο μαύρο όλα τα λεφτά. Υπήρχαν γκρουπιέρηδες σε αυτή την υπόθεση: Άδωνις-Βορίδης. Συγκοινωνούντα δοχεία και φθάνουμε ω! του θαύματος σε μια στιγμή, που ενόσω πιστεύουμε ότι αυτή η λύση είναι η αναγκαία λύση, η θετική λύση στο μέτρο των διεθνών σχέσεων, καθώς δεν είμαστε οι νικητές ενός πολέμου. Συμφωνία έχουμε και σε κάθε συμφωνία υπάρχουν και οι αυτονόητες παραχωρήσεις.
Παραχωρήσεις όμως που δεν αλλάζουν σε βάρος μας το σώμα της Συμφωνίας. Που δεν δημιουργούν συνθήκες προβληματικές για τη χώρα μας. Γιατί, τι σημαίνει αυτή η Συμφωνία πέρα από τα ψελλίσματα περί γλώσσας, περί εθνότητας, nationality; Δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Το πρόβλημα σας είναι ότι με αυτή τη λύση που επιχειρήσαμε με τον ομόλογο του Αλέξη Τσίπρα, τον Ζάεφ, πετύχαμε επιτέλους να βάλουμε υγρασία στην πυριτιδαποθήκη, ακριβώς, για να μην έχουμε επικίνδυνες αναφλέξεις. Με ποιο τρόπο το πετύχαμε αυτό; Πρωτίστως, διασφαλίζοντας κάθε πτυχή εθνικών ζητουμένων σε αυτή τη Συμφωνία και ενατενίζοντας το αύριο με επιθετική, καλώς νοούμενη, πολιτική στη διεθνή σκακιέρα. Γιατί, δεν είναι παράλογο το γεγονός ότι όλη η παγκόσμια κοινότητα αποδέχεται και επικροτεί αυτή τη Συμφωνία και οι μόνοι αρνητές να είναι αυτοί, επάνω στους οποίους κτίστηκε αυτή η Συμφωνία; Διότι αυτή είναι η πραγματικότητα. Δεν μπορούμε να τη διαστρέφουμε. Όλα τα βήματα μας ήταν βήματα σε συνέχεια των δικών σας θέσεων, γιατί αυτό υπαγόρευε η εθνική πολιτική.
Επιτέλους λοιπόν, μην πάμε στο στίχο του εθνικού μας ποιητή, «δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι αγαπημένε, πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε». Μην ποντάρετε στα στοιχεία εκείνα που αλλοιώνουν τις καθαρές προθέσεις ενός λαού, γιατί η Συμφωνία αυτή γίνεται από πατριώτες που θέλουν τη Συμφωνία, όπως και από πατριώτες που δεν θέλουν τη Συμφωνία. Με τη μόνη διαφορά ότι χαλκεύετε, ακριβώς, την καθαρότητα της σκέψης των ανθρώπων που θα έπρεπε να προσεγγίσουν αυτό το θέμα με μεγαλύτερη περισυλλογή. Δεν ζητώ όμως από τον άνθρωπο που καθημερινά παλεύει να είναι δημοσιολογών, να είναι νομικός, διπλωμάτης. Εκείνο όμως που οφείλουμε εμείς να κάνουμε ως κόμματα, είναι να δημιουργήσουμε συνθήκες μιας καθαρής σκέψης και αυτή την καθαρή σκέψη την έχετε θολώσει επικίνδυνα.
Σπέρνοντας όμως ανέμους, θερίζουμε θύελλες. Θύελλες, ωστόσο, που δεν θα τις θερίσουμε εμείς, θα τις επωμιστεί η κοινωνία. Έκκληση κάνω: κοινός παρονομαστής όλων των συνελλήνων είναι ο πατριωτισμός, ένας πατριωτισμός όμως που δεν θα πνίγεται από τα ζιζάνια του υπερεθνικισμού, να μην πω δε, ακόμη χειρότερα, του εκφασισμού. Αναλάβετε την ύστατη αυτή στιγμή την ιστορική ευθύνη που σας αναλογεί. Στοιχηθείτε στη γνώση, στη λογική και στο συναίσθημα της ευθύνης που σας βαραίνει ιδιαίτερα σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές.”